ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ «ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ»

Αθήνα, 19/1/05

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ «ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ»

 

 

            Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει «Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία», χωρίς όμως μέχρι σήμερα να κάνει σαφές το ακριβές πλαίσιο στο οποίο θα διεξαχθεί. Δεν έχουν, μεταξύ των άλλων, καθοριστεί η θεματολογία, η διαδικασία συζήτησης καθώς και το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσής του. Εκτός από την ημερομηνία και την πρόσκληση για την πανηγυρική-εναρκτήρια συνεδρίαση του ΕΣΥΠ, που προσδιορίστηκε  για τις 21/1/2005, δεν γνωρίζουμε ούτε την ημερήσια διάταξη! Θέλουμε να πιστεύουμε ότι το γεγονός αυτό δεν προοιωνίζεται ανάλογη εξέλιξη σχετικά με την πορεία και την τύχη αυτού του διαλόγου.

            Η Ομοσπονδία των 90.000 εκπαιδευτικών της δημόσιας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με υπευθυνότητα είναι έτοιμη να καταθέσει για άλλη μια φορά τις προτάσεις της για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το δημόσιο σχολείο και ο εκπαιδευτικός. Μόνον η θετική αντιμετώπιση και επίλυση των προβλημάτων αυτών θα είναι απόδειξη ότι η διακήρυξη της κυβέρνησης για «προτεραιότητα στην Παιδεία» έχει και πρακτικό αντίκρισμα.

            Εκτιμάμε ότι λύσεις μπορούν και πρέπει να δοθούν με βάση τις τεκμηριωμένες προτάσεις και θέσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας. Προτάσεις και θέσεις που έχει επεξεργαστεί το συνδικαλιστικό κίνημα και είναι ώριμες να υλοποιηθούν.  Ειδικότερα, πολλές από τις θέσεις της ομοσπονδίας μας για την δομή και το ρόλο του σχολείου, το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, το εργασιακό καθεστώς καθώς και την εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών έχουν κριθεί και επιβεβαιωθεί ως έγκυρες, ορθές και αξιόπιστες όλα αυτά τα χρόνια και σήμερα αποτελούν, κατά τη γνώμη μας, ουσιαστική διέξοδο για την επίλυση των προβλημάτων της παιδείας μας.

            Για τον «Εθνικό Διάλογο» που η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει το ΔΣ της ΟΛΜΕ έχει ήδη επισημάνει και με  επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό στις 5/11/2004, η οποία κοινοποιήθηκε στην Υπουργό Παιδείας και τους αρχηγούς των κομμάτων της Βουλής, με ποιες προϋποθέσεις αυτός μπορεί να είναι ουσιαστικός, χρήσιμος και αναγκαίος.

            Έτσι, το ΔΣ της ΟΛΜΕ συμμετέχοντας στο «διάλογο» ζητεί αυτός να έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

α) να μην είναι αποσπασματικός, αλλά να συμπεριλάβει όλα τα ζητήματα της εκπαίδευσης (κατοχύρωση του δημόσιου χαρακτήρα του σχολείου και βελτίωση της λειτουργίας του, αναβάθμιση της θέσης του εκπαιδευτικού κ.λπ.)

β) να συμμετέχουν θεσμοθετημένα σε αυτόν όλοι οι φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας,

γ) να επιδιωχθούν συνθέσεις και να μη γίνει προσπάθεια να επιβληθούν προειλημμένες κυβερνητικές αποφάσεις,

δ) να μην είναι προσχηματικός και αποπροσανατολιστικός,

ε) να είναι ουσιαστικός και παραγωγικός, να οδηγεί δηλαδή σε λύσεις των χρόνιων και οξυμένων προβλημάτων,

στ) να υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα πορείας και ολοκλήρωσής του κοινά συμφωνημένο και από τους εκπαιδευτικούς φορείς και, τέλος,

ζ) να δημιουργεί δεσμεύσεις για την κυβέρνηση σε συμπεράσματα και προτάσεις επί των οποίων υπάρχει σύμφωνη γνώμη των εκπαιδευτικών φορέων.

 

            Επιπλέον, το ΔΣ της ΟΛΜΕ θεωρεί ότι ο διάλογος για την παιδεία δεν μπορεί να εξαντλείται στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του ΕΣΥΠ. Η κυβέρνηση οφείλει να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία και διάλογο με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, για την επίλυση των μεγάλων και των μικρών προβλημάτων της  εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών, η λύση των οποίων δεν μπορεί να παραπέμπεται στις καλένδες  και σε ένα ατέλειωτο «διάλογο». Είναι προφανές ότι, για να θεωρείται αξιόπιστη η κυβέρνηση όταν δηλώνει, και μάλιστα κατά κόρον, ότι επιθυμεί το διάλογο, θα πρέπει να σταματήσει να προωθεί νομοθετικές ρυθμίσεις για διάφορα θέματα των εκπαιδευτικών και της εκπαίδευσης χωρίς να προηγούνται ουσιαστικές συζητήσεις και συμφωνίες με τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών.

            Τέλος, επειδή όλες οι πολιτικές δυνάμεις, οι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί φορείς συμφωνούν τόσο στην ανάγκη της αύξησης των δαπανών για την  παιδεία τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ από τη φετινή χρονιά, όσο και στην αναγκαιότητα βελτίωσης της θέσης του εκπαιδευτικού (οικονομική, εργασιακή, επιστημονική) ως απαραίτητους όρους και προϋποθέσεις για την ουσιαστική βελτίωση της εκπαίδευσης στη χώρα μας, απαιτούμε τη λήψη άμεσων μέτρων και την υλοποίηση αντίστοιχων πολιτικών από την κυβέρνηση σε αυτή την κατεύθυνση. Τα ζητήματα αυτά δεν θα δεχθούμε να παραπέμπονται εσαεί στο μέλλον και να χρησιμοποιείται ο «Εθνικός Διάλογος» ως άλλοθι  κυβερνητικής αναβλητικότητας.

            Ύστερα από τα παραπάνω, το ΔΣ της ΟΛΜΕ αποφάσισε από θέση αρχής τη συμμετοχή της ομοσπονδίας μας με εκπροσώπους της στην εναρκτήρια συνεδρίαση του ΕΣΥΠ την Παρασκευή 21-1-2004. Η συνέχεια της παρουσίας μας στο «Διάλογο» θα εξαρτηθεί από το αν διασφαλίζονται οι αυτονόητοι όροι και οι προϋποθέσεις που θέσαμε για ένα διάλογο ουσίας.

            Η κοινή στάση όλων των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών καθ? όλη τη διαδικασία τόσο των συνεδριάσεων του ΕΣΥΠ όσο και των υπόλοιπων λειτουργιών που συνδέονται με τον «Εθνικό Διάλογο για την παιδεία» και οι κοινοί αγώνες αποτελούν εγγύηση για την επίτευξη των παραπάνω στόχων.